.widget.ContactForm { display: none; }

Function Disabled

Βιογραφικό Αικατερίνης Τάκογλου

Αικατερίνη Τάκογλου
(1906-1998)

Γεννήθηκε το 1906 στο Νεοχώρι (Γενίκιοϊ) Χηλής Επαρχία Χαλκηδόνας, το οποίο είχε περίπου 7.500 κατοίκους.
Τα γύρω χωριά του Νεοχωρίου ήταν Σουρτουλί, Τεπέ πανηγύρ, Σεβεσλί, και το Καπακόζι (Αγίασμα αη Ρόντη).
Υπήρχαν οι εκκλησίες του Αγίου Βασιλείου (πάνω χωριό) και του Προφήτη Ηλία (Αι –Λιά) στο κάτω χωριό. Βρίσκονταν μία ώρα με το πλοίο, από την Κωνσταντινούπολη. Ήταν και το κάστρο της Χηλής, απ’ όπου περνούσαν όλα τα πλοία που πήγαιναν στη Μαύρη θάλασσα (Καρά – Ντενίζ). Τα ψάρια ήταν άφθονα, τις παλαμίδες τις αγόραζαν με το ζευγάρι και όχι με το ζύγι.
Πατέρας της Αικατερίνης Τάκογλου ήταν ο Ηλίας και μητέρα της η Καλλιόπη (Καλό). Όλοι ήταν 6 αδέλφια 2 αγόρια ο Απόστολος και ο Σπύρος και 4 κορίτσια: Βαριτίμη, Αναστασία, Κατίνα, Βερονίκη.
Το 1917 δόθηκε διαταγή να φύγουν εξορία όλοι (Άλλοι στο Αφιόν Καραχισάρ, άλλοι στο Εσκί Σεχίρ άλλοι στην Κιουτάχεια). Η εξορία ήταν η τιμωρία για την ανταρσία των Ελλήνων. Οι Έλληνες στρατολογούνταν, στα Τάγματα Εργασίας ονομαστά σαν (Αμελέ Ταμπουρού), όπου τα πάντα εκεί ήταν ένα μαρτύριο. Πολλοί δεν άντεχαν και πέθαιναν. Πολλά παλληκάρια πήραν τα όρη και τα βουνά.
“Ογδόντα παλληκάρια αποφασίσανε,
Μέσα από το Νεοχώρι και ανταρτίσανε
Στον πόλεμο δεν πάνε να πολεμήσουνε
Μόνο την Τουρκιά να φάνε και να κερδίσουνε.
Οι κάτοικοι του Νεοχωρίου το πλήρωσαν πολύ ακριβά. Πήγαν εξορία. Η Καλλιόπη Τάκογλου έφυγε για την Κιουτάχεια μαζί με τα παιδιά της. Ο άνδρας της Ηλίας, πέθανε πριν φύγουν στην εξορία, μόλις είχε βγει από τη φυλακή της Κωνσταντινούπολης, όπου κάθησε ένα χρόνο αρώτητος, αδίκαστος. Όταν δικάστηκε γιατί έδωσε λίγο φαγητό και ψωμί σε Τούρκο φυγόστρατο, αθωώθηκε, αλλά ήταν πια αργά. Είχε καταβληθεί πολύ και δεν άντεξε….. σε λίγες μέρες πέθανε. Δεν πρόλαβαν να βάλουν μαύρα και να τον διαβάσουν τα σαράντα και έφυγαν στην εξορία. Στο δρόμο για την Κιουτάχεια πέθαναν η Αναστασία και η Βαριτίμη από εξανθηματικό τύφο. Οι περισσότεροι πέθαιναν και θάβονταν σε ομαδικούς τάφους. Τους κουβαλούσαν με τα κάρα, μάννα, παιδιά, μπαμπάς όλοι ομαδικά στον ίδιο τάφο. Μέσα στα τρένα που έμπαιναν, ήταν προηγουμένως ο στρατός και οι περισσότεροι κόλλησαν ψείρες και στη συνέχεια χολέρα και τύφο. Γινόταν ένας χαμός! Ο καημός μεγάλος!
Στην Κιουτάχεια τους έδιναν μόνο ένα ξεροκόματο ψωμί. Η Καλλιόπη Τάκογλου (μητέρα) με τη βοήθεια του νονού της κόρης της Κατίνας, που ήταν τζορμπατζής (πρόεδρος) βρήκαν και νοίκιασαν ένα σπίτι. Οι περισσότεροι ήταν μέσα σε ένα σχολείο. Μετά από 2 χρόνια περίπου, γύρισαν στο Νεοχώρι στο σπίτι τους, αλλά δεν βρήκαν καθόλου νοικοκυριό. Είχαν όμως τα ζώα στο βουνό που τα διατηρούσε Τούρκος τσομπάνος.
Ώσπου να πάρουνε όμως ανάσα και δουν τα τριγυρνά τους, ξέσπασε το Κεμαλικό και ακολούθησε σφαγή. Έφυγαν με τις νυχτικές από τα βουνά, όπου έχασαν τα ίχνη του αδελφού της Αποστόλη. Περίπου 120 γυναικόπαιδα σφάχτηκαν και πετάχτηκαν στη χαράδρα. Μια χωριανή τους ξέχασε το φασκιωμένο μωρό της και όταν γύρισε να το ψάξει ήδη το είχαν φάει τα μυρμήγκια….. Έχανε κυριολεκτικά η μάνα το παιδί και το παιδί τη μάνα. Ο αδελφός της Κατίνας Τάκογλου ο Αποστόλης, ήταν χαμένος ένα μήνα. Βρέθηκε ευτυχώς από μια θεία της, την αδελφή του μπαμπά της Ηλία Τάκογλου την Παναγιώτα, που αργότερα παντρεύτηκε τον Καμπάνταη.
Ο αδελφός της ο Σπύρος πήγε εθελοντής στο Ελληνικό και σκοτώθηκε στη Σμύρνη 19 χρονών.






Ο Σπύρος Τάκογλου  παρουσιάστηκε ως εθελοντής στον Ελληνικό Στρατό στη Σμύρνη, διακρίθηκε στη μάχη και του απονεμήθηκε μετάλλιο ανδραγαθίας, έχασε τη ζωή του στις μάχες του Μικρασιατικού μετώπου. 


















Ο Απόστολος Τάκογλου










Γιάσα Γιάσα –μπιγιάσα…… Μουσταφά Κεμάλ Πασά φώναζαν οι Τούρκοι.
Μια μέρα και μια νύχτα περπατούσαν ξυπόλητες. Ταλαιπωρήθηκαν πολύ για να γλιτώσουν από τη σφαγή, χωρίς να έχουν τίποτε μαζί τους.
Έφτασαν στο Παντείχι, άλλοι στο Σκούταρι, άλλοι στο Καντίκιοϊ. Η Κατίνα Τάκογλου με τη μητέρα της Καλλιόπη και την αδελφή της Βερονίκη έφτασαν στο Παντείχι, όπου για ένα βράδυ τους φιλοξένησε ο θείος τους Καραπαναγιωτίδης. Ύστερα πήγαν στο Καντίκιοϊ και έπλεκαν δαντέλες και τις πουλούσαν για να επιβιώσουν.(τότε έβαζαν δαντέλες και στα εσώρουχα).
Ο Σταύρος Βαλσαμίδης έμεινε ορφανός, οι γονείς του (η μάνα του Αναστασία, ο μπαμπάς του Παναγιώτης) και άλλοι συγγενείς του πέθαναν στην Κιουτάχεια και θάφτηκαν όλοι μαζί.
Που να ήξερε όμως η Κατίνα Τάκογλου, ότι το ορφανό αγόρι Σταύρος Βαλσαμίδης (Σταυρουλιάς) θα γινόταν άντρας της. Παντρεύτηκαν όταν η Κατίνα ήταν 14 ετών και ο Σταύρος 19. Ο Σταύρος δούλευε στο Καντίκιοϊ Τεζαχτιάρ (Ταμίας) σε πατσατζίδικο και έμενε μαζί με τις Τάκογλου. Αφού παντρεύτηκαν ήρθαν με καράβι στη Στυλίδα, εκεί όμως τους θέριζε η θέρμη (ελονοσία) και έφυγαν και εγκαταστάθηκαν στη Νάουσα, όπου απέκτησαν πέντε παιδιά, τον Στρατή (πέθανε ενός έτους), την Αναστασία, την Καλλιόπη, τον Σπύρο και τον Παναγιώτη.
Όλα τα χρόνια της ζωής τους ταλαιπωρήθηκαν πολύ!........... χαιρέτησαν τη γη όπου γεννήθηκαν, για πάντα, βασανίστηκαν να επιβιώσουν στη νέα πατρίδα, αλλά τελικά τα κατάφεραν! Όχι μόνο αυτοί, αλλά όλοι οι πρόσφυγες, έγιναν υπόδειγμα πολιτισμού!.

Σημείωση:  Όταν η Αικατερίνη Τάκογλου ήταν 80 ετών τα διηγήθηκε στα εγγόνια της. Την πρωτοβουλία για να τα γράψει ανέλαβε η εγγονή της, από την κόρη της Καλλιόπη, η Χαρίκλεια.

ΧΑΡΙΚΛΕΙΑ ΓΡΗΓΟΡΑΚΗ - ΖΩΓΡΑΦΟΠΟΥΛΟΥ


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου