.widget.ContactForm { display: none; }

Function Disabled

Μαύρη βίβλος πατριαρχείου


Σελίδες από 99 έως 104
ΙΣΤ’.
ΕΠΑΡΧΙΑ ΧΑΛΚΗΔΟΝΟΣ
           
Λήγοντος του Βαλκανικού πολέμου απεφασίσθη παρά των τούρκων, επισήμων τε καί μη, όπως παντοιοτρόπως επιδιωχθεί η καταστροφή των τη επαρχία ταύτη, (αριθμούση κοινότητας 34 και πληθυσμόν ομογενή 63.557), μη μουσουλμανικών στοιχείων. Συνεπεία τούτου εκηρύχθη αυστηρότατος εμπορικός αποκλεισμός  εις απάσας τας κοινότητας και ιδίως εναντίον του ομογενούς στοιχείου, γνωστού όντως ότι το εμπόριον και αι τέχναι ευρίσκονται εις χείρας αυτού. Δια διαφόρων απειλών και εκβιασμών εξηναγκάζοντο οι χριστιανοί έμποροι όπως προμηθεύωνται τα εμπορεύματα αυτών παρά των αποθηκών του Κομιτάτου εις τιμάς υπ’ αυτού οριζομένας, πας δε ο μη συμμορφούμενος εκτός των ανηλεών δαρμών εν αυτοις τοις αστυνομικής σταθμοις, ώφειλεν αμέσως όπως κλείση το κατάστημα αυτού. Πλησίον ενός εκάστου ελληνικού καταστήματος ιδρύετο εν τουρκικόν τοιούτον, συγχρόνως δε ενώπιον εκείνου ίσταντο εις ή πλείονες εγκάθετοι ή και αστυνόμοι εμποδίζοντες την είσοδον των πελατών. Ούτως εντός χρονικού διαστήματος το εμπόριον των χριστιανών εμαράνθη και πλείστα καταστήματα εκλείσθησαν και ιδίως εν Χαλκηδόνι, Σκουτάρει, Κουζγουνδζοκίω, Βοσπόρω και Χαρταλιμή.
Και ο κατά των σχολών διωγμός δεν καθυστέρησεν. Επί διαφόροις προφάσεσιν επαύοντο και εξεδιώκοντο διδάσκαλοι, τούρκοι δε τοιούτοι, παντελώς αγράμματοι, διωρίζοντο, πλείστα σχολεία ελληνικά εκλείοντο ίνα εξαναγκασθώσιν οι μαθηταί και φοιτώσιν εις μουσουλμανικάς σχολάς, ως συνέβη τούτο Ζογκουλδάκ, Ποντοηράκλεια και Δούστσα, ακολούθως δε κηρυχθείσης της επιστρατεύσεως σχεδόν πάσαι αι σχολαί της επαρχίας κατελήφθησαν προς στρατονισμόν δήθεν στρατού. Άμα τη κυρήξει του Ευρωπαϊκού πολέμου οι τούρκοι ενέτειναν τας δυνάμεις αυτών εναντίον των ημετέρων. Πάσα πνευματική και οικονομική κίνησις των τελευταίων τούτων κατεπολεμήθη συστηματικώτερον, αί δε διαρπαγαί των χριστιανικών περιουσιών υπερέβαινον πάντας υπολογισμούς. Έν Χαλκιδόνι, Σκουτάρει, Χαρταλιμή, Παντειχίω, Δούστσα,Μπακάλ κιοϊ, Τσεγκέλ  κιοϊ, Πασά βαξέ, Βέϊκος και Ποντοηράκλεια, ως και αλλαχού της επαρχίας, εκατομμυρίων λιρών περιουσίας αφήρεσαν παρά των χριστιανών είτε δια απειλητικών επιστολών, είτε δι’ ευσχήμων επιτάξεων. Τούρκοι της Γκέβζης  απέστειλαν κατά καιρούς δέκα πέντε επιστολάς προς τους Νεοχωρίτας ποιμένας, διατασσομένους επ’ απειλή σφαγής, όπως αφήσωσι τα πρόβατα αυτών και απέλθωσι. Ποιμή τις, Άριστείδης ονόματι, απειθήσας ετιμωρήθη δια της αποκοπής όλων των δακτύλων της χειρός αυτού. Οι χριστιανοί παραλαμβάνοντες τα ποίμνια αυτών ήναγκάζοντο ή να μετασταθμεύωσιν εις άλλας περιφερείας, έν αίς επανελαμβάνετο ή αυτή απειλητική στάσις των τούρκων, ή να επιστρέφωσι μετά των ποιμνίων είς τά χωρία αυτών. Μόνον κατόπιν αποφάσεως των ημετέρων προς άμυναν επαυσάν πως οι περίοικοι τούρκοι απειλούντες και τοιουτοτρόπως έμειναν ήσυχοι οι χριστιανοί κεχαγιάδες των περιφερειών Γκέβζες, Χιλής, Κάνδρης και Τας κιοπρού. Καίτοι δέ ό τότε υπουργός των εσωτερικών Ταλαάτ μεταβάς αυτοπροσώπως είς Λαζ κιοϊ (απέχον 1 ώρας από Σκουτάρεως) και προσκαλέσας εκεί τους αρχηγούς της χωροφυλακής Σκουτάρεως, Χαρταλιμής, Χιλής και Γκέβζες ώς καί τούς τούρκους προκρίτους και αρχισυμμορίτας προέτρεπεν αυτούς είς πόλεμον σκληρόν κατά των ήμετέρων, ιδία των Νεοχωριτών, όμως ήρνήθήσαν πάντες ίσχυριζόμενοι ότι ήτο άδύνατον όπως άντιστώσι κατά του ήρωϊσμού καί τής αμύνης των Νεοχωριτών.
Η στρατολογία των χριστιανών έμάρανε πολλάς κοινότητας της έπαρχίας. Πολλοί των στρατολογηθέντων και ίδίως των εργαζομένων έν Αγκύρα προς κατασκευήν όδών άπέθανον, ίδίως έκ πείνης. Το σιτηρέσιον άυτών κατεκρατείτο ύπό άξιωματικών, πάσα δε διαμαρτυρία των άδικουμένων έτοιμωρείτο διά ραβδισμών και δή και διά θανάτου. Έν Αγκύρα στρατιώτης τις έκ Πριγκήπου, όνόματι Ίωάννης Χρήστου, παραπονεθείς δοίτι κατεκρατείτο το σιτηρέσιον άυτού έδικαιώθει μέν αυθωρεί, την έπιούσαν όμως έκρεμάσθη ένώπιων του στρατού έν Άσή Γιοζκάτ.
Ή τουρκική κυβέρνησις μη άρκεσθείσα εις τά μέσα ταύτα της καταστροφής των χριστιανών απεφάσισε διά τοιούτων όξυτέρων να φθάση είς τον σκοπόν αυτής. Αί φυλακαί τής πόλεως ύπερεπληρώθησαν χριστιανών. Έν Ρυσίω, Μάλτεπε, Παντειχίω, Χαρταλιμή και ταίς νήσοις συνελήφθησαν οί πρόκριτοι χριστιανοί ριφθέντες είς τάς φυλακάς κατόπιν δαρμών άνηλεών, και μόλις μετά πολύμηνον δοκιμασίαν απεφυλακίσθησαν.
Μετ’ έξάντλησιν όλων των εξοντωτικών μέσων έναντίων του ήμετέρου στοιχείου ή κυβέρνησις ήρξατο άπελαύνουσα ώρισμένας κοινότητας.

Άνω και κάτω Νεοχώριον.
Κατ’ Απρίλιον του 1916 διετάχθη η εκκένωσις των χωρίων τούτων, ματαιωθείσα όμως κατόπιν συντόνων ενεργειών της Μητροπόλεως. Μετά δύο μήνας επαναληφθεισα η  απόπειρα απέτυχε μεν και πάλιν, επήνεγκεν όμως την σύλληψιν εξήκοντα προκρίτων και γυναικών εκ Χιλής και των δύο Νεοχωρίων, εξορισθέντων εις τουρκικών τι χωρίον της περιφερείας Αγκύρας. Μετά παρέλευσιν μηνός και εκ τρίτου επαναληφθείσα η απόπειρα απέτυχεν. Οι χριστιανοί διαταχθέντες και εξαναγκασθέντες ωδηγήθηκαν, με δεμένας τας χείρας και υπό τα φρικωδει πλήγματα των χωροφυλάκων, προς την Χαρταλιμήν, ενώ αφ’ ετέρου η κυβέρνησις διήρπαζε 95 χιλ. προβάτων, ανηκόντων εις τους εκδιωθέντας. Γηραλέοι Ιερείς συνεπεία των δαρμών απέθανον καθ΄οδόν, ο εξ’ άνω Νεοχωρίου Ηλίας Φουρνιάρης και η Ελένη Χ”Στόλη υπέκυψαν εις τα τραύματα, γυναίκες παρεβιάσθησαν, τινές δε εξ’ αυτών υπό τους καγχασμούς των βασανιστών απεβίωσαν μη δυνηθείσαι να υπομείνωσι την προσβολήν. Έκ των εκδιωθέντων άλλοι ωδηγήθησαν βία προς Τούζλα, Γκέβζε και Αδά Παζάρ, Εσκί Σεχίρ και Κιουτάχεια. Διαρκούσης της εξορίας διαρπάγησαν όλα τα έπιπλα και σκεύη των χριστιανών, πωληθέντα αργότερον εν τη Μ. Αγορά της πόλεως επ’ ωφελεία του υποδιοικητου και του αρχηγού της χωροφυλακής Χιλής. Ο διωγμός ούτως εμπλήσας θάρρους προς άμυναν πολλούς νέους των χωρίων τούτων ηνάγκασεν αυτούς όπως καταφύγωσιν εις τα όρη, εναντίων δε αυτών απεστάλησαν καταδιωκτικά αποσπάσματα. Έν τω μεταξύ η κυβέρνησις εκρέμασεν εν Χιλή τον Βασίλειον Κουλή Αγγελή και τον Δημήτριο Τράκον, κατά τον Μαϊον 1917 ετυφέκισαν τον Νικόλαον Κρασσάν, τον Χρήστον Σταύρου Φίλιογλου και τον Πέτρον Ν. Ασήκην εκ Νεοχωρίων, έκαυσαν ζώντα εν Τεπί-κιοϊ τον Νικόλαον Τσιγγάκη, ετυφέκισαν καθ’ οδόν εν Γκέβζε τον Ιωάννη Μπαλάση και Σταύρον Τιτήκην, πάντες ούτοι ουδεμίαν είχον σχέσιν προς τους εν τοις όρεσιν αντάρτας.
            Συγχρόνως τη εκδιώξει των Νεοχωριτών διενηργήθη και η έξωσις της κοινότητος Ρυσίου. Αφορμή εδόθη η εμφάνισις των συνεννοητικών υποβρυχίων. Οι τούρκοι όλως συκοφαντικώς διατεινόμενοι ότι οι χριστιανοί υποβοηθούσι το έργο των ύποβρυχίων, έλαβον άυστηρά μέτρα, έξυλοκόπησαν προκρίτους και μεταξύ αυτών συλλαβόντες πολλούς έν οίς τον Γρηγόριον Βαφειάδην, Παναγιώτην Τσορπατσήν και Ν. Νάκον ώδήγησαν πεζή είς τάς φυλακάς του στρατοδικείου, όπόθεν μετά πολύμηνον φυλάκισιν άπελευθερώθησαν. Οί κάτοικοι διετάχθησαν όπως έντός τριών ήμερών άναχωρήσωσι, κατόπιν όμως ένεργείας της Μητροπόλεως άπεσοβήθη ό κίνδυνος άλλ’ ή μανία των τούρκων ζητούσα ίκανοποίησιν έστράφη άλλαχού: συλληφθέντες άπαγχονίζονται κατά Ίούνιον του 1916 ό Γεώργιος Βασιλείου, ό Βασιλάκη Ρέϊς, οί δύο υιοί του Άσμά και ό Χριστίδης, Άνθρωποι φιλήσυχοι και άθώοι, έξ άυτών δε είς φρενοβλαβής. 


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου